Πρόλογος
του Γιώργου Ανωμερίτη
Δύο είναι οι κύριες ιστορικές περίοδοι ανάπτυξης του Πειραιά και οι δύο είναι άρρηκτα συνδεδεμένες με την Αθήνα και τη Ναυτιλία.
Η πρώτη περίοδος χαρακτηρίζεται από τη μεγαλοφυΐα του Θεμιστοκλή να μεταφέρει το επίνειο της Αθήνας από το Φάληρο στον Πειραιά, δημιουργώντας ένα ισχυρό πολεμικό και εμπορικό λιμάνι, ενώ αργότερα ο Περικλής το διαμόρφωσε σε κέντρο ναυτιλίας και πολιτισμού. Στη φάση αυτή ο Μέγας Λιμήν μετατρέπεται σε λιμάνι αποκλειστικά εξυπηρέτησης εμπορικών πλοίων, ενώ η Ζέα και η Μουνιχία σε πολεμικά λιμάνια. Στο αρχαίο λιμάνι αναπτύχθηκαν το εμπόριο και οι θαλάσσιες μεταφορές, βιοτεχνικά εργαστήρια και χρηματοοικονομικοί θεσμοί, καθιστώντας τον Πειραιά λιμενικό κέντρο για όλη την Ελλάδα και όχι μόνο για την Αθηναϊκή Δημοκρατία.
Ο Πελοποννησιακός πόλεμος, οι Μακεδόνες και η Ρωμαϊκή κατάκτηση οδήγησαν τον Πειραιά σε 17 αιώνων παρακμή. Χαρακτηριστικό γνώρισμα της παρακμής ήταν ότι ο Πειραιάς έχασε ακόμα και το όνομά του, αφού ονομαζόταν ρωμαϊκά, φράγκικα και τούρκικα Πόρτο Λεόνε, όνομα που δόθηκε από τον ευμεγέθη μαρμάρινο Λέοντα, ο οποίος δέσποζε του λιμανιού. Άγαλμα το οποίο έκλεψε ο Μοροζίνι, μεταφέροντάς το στη Βενετία, όπου και βρίσκεται μέχρι σήμερα, χωρίς να έχει επιστραφεί ακόμα στο λιμάνι του Πειραιά.
Η δεύτερη περίοδος ξεκινάει λίγο μετά την Ανεξαρτησία της τότε Ελλάδας από τους Τούρκους. Στον Πειραιά μέχρι το 1935 υπήρχε μόνο το Μοναστήρι του Αγίου Σπυρίδωνα και ένα μικρό χωριό, με λίγες παράγκες. Οι πρώτοι έποικοι Χιώτες και Υδραίοι αρχίζουν να δημιουργούν το νέο οικισμό, το οποίο το 1933 γίνεται Δήμος, κατ’ εξαίρεση, αφού δεν είχε πληθυσμό 300 τουλάχιστον κατοίκων, όπως απαιτούσε το τότε Β.Δ. Και πάλι η σύζευξη δύο ομοίων με την αρχαία εποχή αιτιών, δίνει τη δυνατότητα ανάπτυξης του Πειραιά: η μεταφορά της Πρωτεύουσας από το Ναύπλιο στην Αθήνα και η ανάπτυξη του εμπορίου με τους Χιώτες και της ναυτιλίας με τους Υδραίους και άλλους νησιώτες. Το λιμάνι φυσικά ήταν ο κύριος μοχλός ανάπτυξης της Πόλης. Η ανάπτυξη επιταχύνθηκε μετά το 1870, όταν χτίστηκαν τα πρώτα κρηπιδώματα, λειτούργησαν οι πρώτες θαλάσσιες συγκοινωνίες με τα νησιά και το εξωτερικό (Μασσαλία, Κωνσταντινούπολη) και άρχισε να λειτουργεί η σιδηροδρομική διασύνδεση Αθήνας – Πειραιά (1869). Τα τρία αυτά δεδομένα, Αθήνα, Λιμάνι, Εμπόριο, μαζί με την εξασθένιση άλλων αστικών κέντρων (Ερμούπολη, Πάτρα) οδήγησαν στη μετατροπή του Πειραιά, ως του πρώτου λιμανιού της χώρας και της οικοδόμησης της πόλης, η οποία σταδιακά μετατρέπεται σε βιομηχανικό κέντρο με αστικές υποδομές και συγκροτημένη οικονομική ζωή.
Στην πρώτη φάση ανάπτυξης του λιμανιού λειτουργεί το Μωλικό Ταμείο (1836-1848), η Επιτροπή Προκυμαίας (1848-1861) και η Εφορευτική Επιτροπή Λιμένος (1861-1911). Τα όργανά τους ορίζονται από την Κεντρική Κυβέρνηση, το Δήμο Πειραιώς με κύριο στοιχείο διαχείρισης τους ιδιώτες. Η ανάγκη εκσυγχρονισμού του Λιμένος οδήγησε τον Ελευθέριο Βενιζέλο να ορίσει αρχικά το 1911 την “Επιτροπεία Λιμένος”, ως αυτοτελές νομικό πρόσωπο, χωρίς εξαρτήσεις από ιδιώτες και τη δημοτική αρχή, με ευρύτατη συμμετοχή παραγωγικών φορέων, περίοδο κατά την οποία κατασκευάζονται τα πρώτα έργα υποδομής του λιμανιού.
Στη δεύτερη φάση και πάλι επί Ελευθερίου Βενιζέλου, ιδρύεται το 1930 ο “Οργανισμός Λιμένος Πειραιώς”, ο οποίος πέρα από τη δημιουργία υποδομών, αναλαμβάνει συνολικά το έργο της διαχείρισης του λιμανιού και του συνόλου των εργασιών του. Οι εργασίες γίνονται πλέον με δικούς του εργάτες, παραχωρείται στον ΟΛΠ η Ελευθέρα Ζώνη και η τιμολόγηση των εργασιών και υπηρεσιών στο λιμάνι. Ο ΟΛΠ αποκτά νέες υποδομές, κρηπιδώματα, μηχανικό εξοπλισμό και εξειδικευμένο προσωπικό, δαπανώντας τεράστια ποσά. Μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, ο ΟΛΠ ανασυγκροτεί το κατεστραμμένο από τις χιτλερικές δυνάμεις λιμάνι, δαπανώντας και πάλι μεγάλα ποσά.
Στην τρίτη φάση, αφού έχει πλέον διαμορφωθεί ένα μεγάλο σύγχρονο λιμάνι ο ΟΛΠ περνάει στην εποχή της διεθνούς πλέον παγκοσμιοποιημένης οικονομίας. Μετατρέπεται το 1999 σε Ανώνυμη Εταιρία με κύριο μέτοχο το δημόσιο και το 2003 η εταιρία εισέρχεται στο Χ.Α.Α, διαθέτοντας το 26% των μετοχών του στο επενδυτικό κοινό.
Αυτή την πορεία μέχρι το 1999 παρακολουθεί και αναλύει το βιβλίο της η καθηγήτρια κ. Αγγελική Παρδάλη, συνδέοντας και αποδεικνύοντας την ισχυρή αναπτυξιακή συμβολή του λιμανιού από το 1830 στην ανάπτυξη του Πειραιά και στη μεγέθυνση της Ελληνικής Οικονομίας. Μια πορεία άρρηκτα συνδεδεμένη με την αναπτυξιακή εξέλιξη της παροχής λιμενικών υπηρεσιών, την ανάπτυξη της βιομηχανίας και του εμπορίου στις παραλιμένιες περιοχές, την ανάπτυξη της ίδιας της Πόλης του Πειραιά.
Η διαδρομή αυτή από το μικρό τοπικό λιμάνι, το οποίο αρχικά ήταν Υπολιμεναρχείο του Λιμεναρχείου Ύδρας, σε ένα εθνικό λιμάνι στο μέσο διεθνών δρόμων θαλασσίων μεταφορών και ο οικονομικός μετασχηματισμός του σε κέντρο της πρώτης ναυτιλίας του κόσμου, αποτυπώνεται στο βιβλίο αυτό με πλήθος στοιχείων, πινάκων, διαγραμμάτων και αξιολογικών σχολίων, τα οποία υπογραμμίζουν τον αναπτυξιακό ρόλο του ΟΛΠ στην Ελληνική Οικονομία και τον ευρύτερο Πειραιά. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου αποδεικνύεται πλήρως η συνεισφορά του ΟΛΠ στην Ελληνική Οικονομία και ιδιαίτερα στον τοπική οικονομία του Πειραιά και της Αττικής. Οι επιπτώσεις του ΟΛΠ στη λειτουργία όλων των ελληνικών λιμανιών, στην απασχόληση, τον τουρισμό, το εμπόριο και τη βιομηχανία, στις κατασκευές και τη δημόσια διοίκηση, τη μεταποίηση και τα ιδιωτικά νοικοκυριά είναι πολλαπλασιαστικά δυναμικές, είτε άμεσα, είτε έμμεσα, είτε κεντρικά, είτε περιφερειακά. Ιδιαίτερα σημαντικές είναι οι επιπτώσεις στην περιφερειακή ανάπτυξη των νησιών και στον τουρισμό, όπου κυριαρχούν σε όλους του υποτομείς σημαντικά μεγέθη. Το ίδιο σημαντικά είναι και η συμβολή του ΟΛΠ στην εφοδιαστική αλυσίδα (logistics) και μάλιστα σήμερα και στις γύρω από την Ελλάδα χώρες. Το λιμάνι του Πειραιά κατέχει δεσπόζουσα θέση στα συστήματα διανομής μειώνοντας το συνολικό κόστος των τελικών προϊόντων. Την ίδια δεσπόζουσα θέση κατέχει στη ναυτιλιακή βιομηχανία και στην κρουαζιέρα. Χωρίς τις υπηρεσίες που παρέχει το λιμάνι του Πειραιά στο θαλάσσιο περιηγητικό τουρισμό, δεν θα υπήρχε κρουαζιέρα στην Ελλάδα. Χωρίς τη δραστηριοποίηση του ΟΛΠ δεν θα υπήρχαν τουλάχιστον 50 επιχειρηματικές δραστηριότητες που έχουν εγκατασταθεί και λειτουργούν χάρη στη λειτουργία του. Χωρίς να προσυπολογίσει κανείς τις υπηρεσίες προς τους επιβάτες και τους διερχόμενους τουρίστες. Για όλα αυτά διαχρονικά το βιβλίο αυτό καταγράφει, παραθέτει και αναλύει πλήθος στοιχείων, τα οποία τεκμηριώνουν τα συμπεράσματά του.
Σίγουρα ο μετασχηματισμός του χαρακτήρα των παροχών λιμενικών υπηρεσιών συνεχώς μεταβάλλεται και ο ΟΛΠ Α.Ε. θα πρέπει να ακολουθεί τις εξελίξεις τουλάχιστον του Ευρωπαϊκού Λιμενικού Συστήματος. Ένα κυρίαρχο σύστημα το οποίο απαιτεί (α) τη διατήρηση του δημόσιου και αυτοδιοικητικού του χαρακτήρα μέσα από ευρείες συμμετοχές του παραγωγικού λιμενικού και ναυτιλιακού ιστού, (β) τον πλήρη διαχωρισμό του ρυθμιστικού του ρόλου ως Αρχής Λιμένος από τον επιχειρηματικό παραγωγικό του χαρακτήρα (γ) τη συνεχή βελτίωση των υποδομών του, της ανταγωνιστικότητας και της παραγωγικότητας των συντελεστών του, (ε) της διασύνδεσής του με επενδυτικούς ομίλους για την κατασκευή νέων υποδομών και εισαγωγής νέων τεχνολογιών, (στ) την αυτόνομη και ευρύτατη απόκτηση αρμοδιοτήτων και λειτουργιών στα πλαίσια της ενίσχυσης του ρυθμιστικού ρόλου και (ζ) τη σύζευξή του με άλλα λιμάνια της χώρας, της Μεσογείου και διεθνώς με στόχο την ενδυνάμωσή του στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον ανάπτυξης λιμενικών και ναυτιλιακών υπηρεσιών.
Με αφορμή το βιβλίο αυτό της ιστορίας των φάσεων ανάπτυξης του λιμανιού του Πειραιά, οφείλουμε όλοι, χωρίς αγκυλώσεις, να δούμε την προοπτική του. Εξάλλου η Ιστορία, με τις κατακτήσεις και τα λάθη των διαχειριστών της, αποτελεί τη σημαντικότερη διδαχή προς το μέλλον.