Καλησπέρα,
Ευτυχώς που υπάρχει και το ikariamag που μας κάνει πλούσιους και κρατά τα ηνία ευαισθησίας και δύναμης. Πάντα ευχαριστούμε.
Τολμώ να σας στείλω αυτό το κειμενάκι. Αν συμφωνεί στο πνεύμα του περιοδικού, ελπίζω στη θετική σας κρίση.
Ευχαριστώ για την υπομονή και την κατανόηση.
Πολύ καλή δύναμη για όλα τα όμορφα που κάνετε.

—————————–

Άλλοτε, αξημέρωτα περίμενες λεωφορείο, ύστερα τον ηλεκτρικό, με τα απαραίτητα του θέρους στην πλάτη σου. Αγκομαχούσες στον άξενο Πειραιά να εντοπίσεις το πλοίο άγονης γραμμής. Ξάπλωνες πάντα σε σκουριασμένα καταστρώματα, δεν άντεχες τις μυρωδιές και τους καπνούς στα κλειστά σαλόνια. Έριχνες ένα υπνάκο πριν καν αποπλεύσει, πάντα με καθυστέρηση. Γύρω σου, όλοι σαν κάμπιες να σέρνονται και στις ατέλειωτες ώρες γαλάζιου και παφλασμών, η αλμύρα και η κάπνα του φουγάρου σού στέγνωναν το πρόσωπο. Ήσουν όμως κοντά με ντόπιους του κάθε νησιού και κυμάτιζαν οι κουβέντες, πάντα με χαμογελαστά μάτια… Στο τέλος του καλοκαιριού, το ίδιο πλοίο, είχε μία εβδομάδα καθυστέρηση για το ίδιο δρομολόγιο.

Ταξίδεψαν τα χρόνια… και  ήρθαν τα νησιά πιο κοντά. Τα ονόμασαν προορισμούς, τα βαλιτσάκια έχουν ρόδες, το λιμάνι έχει πύλες και λεωφορεία, τα πλοία, όλα ταχύπλοα, έχουν κυλιόμενες σκάλες, κλιματισμό, σαλόνια ωσάν υποδοχές ξενοδοχείων, μουσικές αεροδρομίων, ταχυφαγεία, καθίσματα μόνο αεροπορικά… πώς να κουβεντιάσεις; Έτσι και αλλιώς, μόνο με τις τηλεοράσεις συνομιλούν οι μετακινούμενοι, γιατί πια δεν ξέρουν να είναι ταξιδιώτες, απλά να φτάσουν θέλουν, γρήγορα, στον προορισμό της υπόσχεσης.

 

Αποτραβήχτηκα. Η μονότονη φωνή υπαγόρευε οδηγίες διάσωσης. Έσβησα… και είδα όνειρο… Έρρεα σε απύθμενα νερά ελληνικά, στο χρώμα ίσως της δροσιάς και της νιότης… ξεπρόβαλαν… νησιά, από αυτά που ταξιδεύουν μέσ’ τη νύχτα. Το γαλάζιο να μπλέκει με το όνειρο, νερά… και… βότσαλα… να τα ρουφάς. Αγαπώ τα μικρά κοχύλια των βυθών, ένιωθα τυχερή κυνηγώντας τους ήχους του νερού και την απάντηση στα βράχια. Είχα βγει από τη ρότα, όχι γιατί έλειπε ο χάρτης αλλά έπρεπε να χαράξω πάνω μου πορεία προς μια ελπίδα… Αγαπούσα τον κόμπο στον λαιμό μου από το νερό και το χρώμα και λίγωνα, όλο λίγωνα… Ξύπνησα… Τα όνειρα, δεν είναι τι βλέπουμε, αλλά τι… νιώθουμε όταν τα βλέπουμε…

Κάπου εκεί, στο όνειρο του ξύπνιου αποφάσισα, για άλλη μία φορά… Ναι… θα ταξιδεύω, δε θα μετακινούμαι γρήγορα. Θα ταξιδεύω, να φτάσω εκεί, σε κείνο το όποιο το νησί, όπου εκείνοι οι παλαιοί έχουν ακόμα την ψυχική γενναιοδωρία και το δέσιμο με όλα τα ζωντανά του κόσμου. Που έχουν την ολιγάρκεια και την έφεση προς τη σιωπή, την ευαισθησία και την καλοσύνη των ανθρώπων που πατάνε γερά στη γη και την ίδια στιγμή πετούν στα σύννεφα, και όπου εκείνοι οι νέοι στην ψυχή ξέρουν να σκύβουν και ν’ ακούν, να χορεύουν και να πετούν και να γελάνε με της ζωής τα δώρα.

Ναι … Θα ταξιδεύω, σε κείνο το όποιο το νησί, ξέρει να σε ταξιδεύει σε ιλίγγους του μύθου, σε μυστικές συνομιλίες των νερών, σε μονοπάτια του απρόσμενου, σε χαμόγελα της ζωής… Ναι … θα ταξιδεύω, με τη μυστική συνενοχή που ενώνει αυτούς που νιώθουν να ταξιδεύουν, νύχτα… στο κατάστρωμα του Αιγαίου…

Πέρσα Ρωμανού