Ο Διονύσης Θεοδωράτος µιλά για στόλο, νησιωτικότητα, επενδύσεις και το µέλλον του κλάδου στον Κωνσταντίνο Στ. Δεριζιώτη
Ο Διονύσης Θεοδωράτος, Πρόεδρος του Συνδέσµου Επιχειρήσεων Επιβατηγού Ναυτιλίας (ΣΕΕΝ) και κορυφαίο στέλεχος του Attica Group, αποτελεί µια από τις πιο ισχυρές και επιδραστικές φωνές της ελληνικής ακτοπλοΐας. Σε µια περίοδο µεγάλων επενδύσεων, ανανέωσης στόλου, ενεργειακής µετάβασης, αυστηρότερων ευρωπαϊκών προδιαγραφών και ραγδαίων αλλαγών στο ταξιδιωτικό προϊόν, ο κ. Θεοδωράτος βρίσκεται στο κέντρο των εξελίξεων.

Με εμπειρία δεκαετιών, βαθιά γνώση της αγοράς και καθαρή στρατηγική, µιλά για την πορεία του κλάδου, τις τεράστιες προκλήσεις βιωσιμότητας, τον ρόλο του ΣΕΕΝ και την επόμενη µέρα της ελληνικής ακτοπλοΐας — ενός κλάδου που αποτελεί «οξυγόνο» για τα νησιά και τη συνοχή της χώρας.

Η συζήτηση µε τον Διονύση Θεοδωράτο πάντα έχει βάθος. Δεν περιορίζεται στα αυτονόητα ή στα επίκαιρα. Ακουμπά τα θεμελιώδη: πώς θα υπάρχουν πλοία στα νησιά τα επόμενα 20 χρόνια; Ποια τεχνολογία είναι ρεαλιστική; Ποιος θα πληρώσει το κόστος; Πώς θα διασφαλιστεί η νησιωτικότητα όταν το κόστος καυσίμων και λειτουργίας έχει εκτοξευθεί;

Με αυτή τη βάση, το ερωτηματολόγιο σχεδιάστηκε για συνέντευξη που θα διαβάσει η αγορά, η Πολιτεία και ο κλάδος.

Η συνέντευξη

Η συνέντευξη στο τεύχος Δεκεμβρίου του περιοδικού ΧΡΗΜΑ & ΤΟΥΡΙΣΜΟΣ, έχει ως ακολούθως:

Πώς θα περιγράφατε τη σηµερινή κατάσταση της ελληνικής ακτοπλοΐας; Βρισκόµαστε σε φάση ανάκαµψης, σταθεροποίησης ή εισόδου σε νέα εποχή;

Το 2026 βρίσκει την Ελληνική Επιβατηγό Ναυτιλία µπροστά σε µια νέα µεταβατική εποχή ευθύνης, µετασχηµατισµού και προκλήσεων ανάπτυξης και βιωσιµότητας των ακτοπλοϊκών µεταφορών. Ένας κλάδος που για δεκαετίες στηρίζει τη νησιωτικότητα, την οικονοµική συνοχή, τη γεωγραφική συνέχεια, τον τουρισµό, προσαρµόζεται σε µια πραγµατικότητα που αλλάζει. Η επιβατηγός ναυτιλία βρίσκεται στο επίκεντρο της ευρωπαϊκής προσπάθειας για µείωση των εκποµπών, ανάπτυξη καθαρών τεχνολογιών και ενίσχυση της ανθεκτικότητας των µεταφορικών συστηµάτων. Η νέα εποχή δεν είναι απλώς τεχνολογική αλλαγή, είναι µια συνολική αναδιάρθρωση του κλάδου, µε στόχο να συνδυαστεί η περιβαλλοντική ευθύνη µε την προσβασιµότητα των νησιών και την οικονοµική βιωσιµότητα των εταιρειών.

Ποια θεωρείτε τη µεγαλύτερη απειλή για τη βιωσιµότητα του κλάδου; Καύσιµα, προσωπικό, κανονιστικό πλαίσιο, κόστος επενδύσεων ή όλα µαζί;

Η προσαρµογή του ακτοπλοϊκού κλάδου στα νέα περιβαλλοντικά δεδοµένα αποτελεί αναµφίβολα µία µεγάλη πρόκληση, αλλά και µια αναγκαιότητα. Οι ακτοπλοϊκές εταιρείες αντιµετωπίζουν µια πιεστική πραγµατικότητα δραστηριοποίησης και βρίσκονται ήδη σε µια δύσκολη εξίσωση: Καύσιµα που ακριβαίνουν, περιβαλλοντικές υποχρεώσεις που αυστηροποιούνται και επενδυτικές ανάγκες που εκτοξεύονται.

Το οικονοµικό βάρος της ακτοπλοϊκής πράσινης µετάβασης, προκαλεί µια σηµαντική αύξηση στο ήδη αυξηµένο λειτουργικό κόστος των πλοίων. Στη δοµή κόστους λειτουργίας των πλοίων, τα καύσιµα αποτελούν τη σηµαντικότερη δαπάνη, ακολουθούµενα από το κόστος πληρώµατος, τις δαπάνες επισκευής και συντήρησης, τις ασφάλειες και τα λιµενικά έξοδα.

Παράλληλα, η ανανέωση του στόλου αποτελεί στρατηγική προτεραιότητα, αφού µεγάλο µέρος των πλοίων δεν ανταποκρίνεται στις νέες περιβαλλοντικές απαιτήσεις. Η πλήρης αντικατάσταση των πλοίων άνω των 25 ετών θα απαιτήσει επενδύσεις άνω των 3 δισ. ευρώ, ενώ η αναβάθµιση των νεότερων πλοίων εκτιµάται πάνω από 200 εκατ. ευρώ.

Επιπλέον, οι τεχνολογικές εξελίξεις και οι νέες περιβαλλοντικές απαιτήσεις, καθιστούν σαφές ότι το υφιστάµενο µοντέλο χρειάζεται ουσιαστική αναπροσαρµογή. Η ανάγκη για βελτίωση των λιµενικών υποδοµών είναι επιτακτική, καθώς πολλά λιµάνια δεν διαθέτουν τις σύγχρονες εγκαταστάσεις που απαιτούνται για την ασφαλή και πράσινη λειτουργία των πλοίων.

Οι επενδύσεις σε ανανέωση στόλου και υποδοµές, απαιτούν τεράστια κεφάλαια.

«Η Ελλάδα αποτελεί μια από τις σημαντικότερες ευρωπαϊκές δυνάμεις στην επιβατηγό ναυτιλία, διαχειριζόμενη περίπου το 18% της ευρωπαϊκής ακτοπλοϊκής κίνησης, παρά το γεγονός ότι αντιστοιχεί μόλις στο 2% του πληθυσμού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και με συνεισφορά της στο ΑΕΠ το 2023 5,4%»

Η Ελλάδα παραµένει µια καθαρά νησιωτική χώρα. Πιστεύετε ότι η Πολιτεία αντιµετωπίζει την ακτοπλοΐα ως κρίσιµη εθνική υποδοµή;

Η Ελλάδα αποτελεί µια από τις σηµαντικότερες ευρωπαϊκές δυνάµεις στην επιβατηγό ναυτιλία, διαχειριζόµενη περίπου το 18% της ευρωπαϊκής ακτοπλοϊκής κίνησης, παρά το γεγονός ότι αντιστοιχεί µόλις στο 2% του πληθυσµού της Ευρωπαϊκής Ένωσης και µε συνεισφορά της στο ΑΕΠ το 2023 5,4%. Η πραγµατικότητα αυτή επιβεβαιώνει ότι η Ελλάδα είναι πράγµατι µια καθαρά νησιωτική χώρα, όπου η ακτοπλοΐα δεν αποτελεί απλώς µέσο µεταφοράς αλλά κρίσιµη εθνική υποδοµή. Η Πολιτεία αναγνωρίζει το ρόλο της ακτοπλοΐας στη διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, της οικονοµικής ανάπτυξης, της ισότιµης πρόσβασης για τις νησιωτικές περιοχές, καθώς και της τουριστικής δραστηριότητας, προωθώντας επενδύσεις εκσυγχρονισµού. Ωστόσο χρειάζεται πιο συστηµατική στρατηγική, µεγαλύτερη συνεργασία όλων των εµπλεκοµένων της πολιτείας, των εταιρειών και χρηµατοδοτικών φορέων, καθώς και στοχευµένες πολιτικές που θα διασφαλίσουν ότι η ακτοπλοΐα θα παραµείνει βιώσιµη, ανταγωνιστική και θα συνεχίσει να υπηρετεί τον εθνικό της ρόλο.

Ποιες είναι οι τρεις βασικές προτεραιότητες του ΣΕΕΝ για το 2026;

Κύριος στόχος του ΣΕΕΝ είναι να αντιµετωπίσουµε τις προκλήσεις της κοινωνικοοικονοµικής συνοχής, της γεωγραφικής συνέχειας, του τουρισµού, της νησιωτικότητας και του πυλώνα στήριξης αυτών, ήτοι της επιχειρηµατικότητας των εταιρειών της επιβατηγού ναυτιλίας και των άµεσα και έµµεσα απασχολούµενων, ώστε αυτός να παραµείνει βιώσιµος, για να ανταποκριθεί και να προσαρµοστεί µέσω ολιστικών στρατηγικών στη νέα εποχή που διανύουµε και στην εφαρµογή των καινοτόµων, τεχνολογικών εξελίξεων.

Οι τρείς βασικές προτεραιότητες του Συνδέσµου για το 2026 είναι η επαναχάραξη της Εθνικής Ακτοπλοϊκής Στρατηγικής υλοποίησης των «πράσινων» επενδύσεων του ακτοπλοϊκού στόλου, η επικαιροποίηση του θεσµικού πλαισίου λιµενικής διακυβέρνησης µε στόχο την επανεπένδυση των λιµενικών τελών και δικαιωµάτων σε φιλικότερες εγκαταστάσεις εξυπηρέτησης του επιβατικού κοινού και λιµενικές υποδοµές υποδοχής των πλοίων, καθώς και η θεσµοθέτηση και εφαρµογή πολιτικής προσέλκυσης ναυτικών στην ακτοπλοΐα. Πέραν, βεβαίως από αυτές τις βασικές προτεραιότητες, ο Σύνδεσµος υλοποιεί µια σειρά πρόσθετων ενεργειών και παρεµβάσεων για µια βιώσιµη και ανταγωνιστική ελληνική ακτοπλοΐα.

«Το 2026 βρίσκει την Ελληνική Επιβατηγό Ναυτιλία μπροστά σε μια νέα μεταβατική εποχή ευθύνης, μετασχηματισμού και προκλήσεων ανάπτυξης και βιωσιμότητας των ακτοπλοϊκών μεταφορών. Ένας κλάδος που για δεκαετίες στηρίζει τη νησιωτικότητα, την οικονομική συνοχή, τη γεωγραφική συνέχεια, τον τουρισμό, προσαρμόζεται σε μια πραγματικότητα που αλλάζει»

Η Ευρωπαϊκή Ένωση προχωρά σε αυστηρές απαιτήσεις για εκποµπές και καύσιµα. Υπάρχει κίνδυνος για µειώσεις συνδέσεων ή αυξήσεις κοµίστρων;

Οι νέες απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης για εκποµπές και καύσιµα στα πλοία είναι αναγκαίες για τη πράσινη µετάβαση, αλλά αυξάνουν σηµαντικά το λειτουργικό κόστος των εταιρειών. Οι ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις στηρίζονται παραδοσιακά στα έσοδα τριών-τεσσάρων καλοκαιρινών µηνών για να ισοσκελίσουν το ετήσιο κόστος. Τον χειµώνα, ιδίως σε µικρούς προορισµούς µε περιορισµένη ή και µηδενική κίνηση, τα ίδια εισιτήρια δεν επαρκούν για να καλύψουν τις δαπάνες. Όταν σε αυτήν την εξίσωση προστίθενται τα περιβαλλοντικά τέλη, ακριβότερα καύσιµα χαµηλών εκποµπών και απαιτήσεις αναβαθµίσεων, δηµιουργούνται πιέσεις που αγγίζουν τον τουρισµό, την κινητικότητα κατοίκων και επισκεπτών, τη διασύνδεση και, τελικά, τη βιωσιµότητα των ίδιων των γραµµών.

Το θέµα δεν είναι απλώς κοινωνικό είναι και αναπτυξιακό. Ο σχεδιασµός της ακτοπλοϊκής πράσινης µετάβασης θα πρέπει να γίνει µε τέτοιον τρόπο που να µην τιµωρεί τον επιβάτη οικονοµικά, ούτε και την επιχειρηµατική ακτοπλοϊκή επιχείρηση, αλλά ως ένας αναγνωρισµένος πυλώνας στήριξης της ασφάλειας, της νησιωτικότητας και της βιωσιµότητας των µεταφορών στο ακτοπλοϊκό δίκτυο της χώρας µας. Το ζήτηµα αυτό έγινε σαφές από την Πολιτεία, η οποία τον Μάϊο 2025 εφάρµοσε µείωση των λιµενικών τελών κατά 50%, λειτουργώντας σε συνδυασµό και µε την συγκράτηση των διεθνών τιµών του πετρελαίου ως ασπίδα κόστους για τις ακτοπλοϊκές εταιρείες, καθώς απορρόφησε µέρος των επιβαρύνσεων που θα µετακυλίονταν στα εισιτήρια, σε µια περίοδο που η επιβολή του περιβαλλοντικού τέλους και η αλλαγή του καυσίμου των συμβατικών πλοίων είχε εκτοξεύσει τα λειτουργικά έξοδα.

Τι θα αλλάζατε άμεσα στη σχέση Πολιτείας – Ακτοπλοΐας;

Θα επεδίωκα να ενισχυθεί η σχέση κράτους–ακτοπλοΐας δίνοντας έμφαση σε δύο βασικούς άξονες. Πρώτον, στη θεσμοθετημένη διαβούλευση και στη στήριξη της ακτοπλοΐας ως κοινωνικοοικονοµικής επένδυσης που ενισχύει τη νησιωτικότητα και εξασφαλίζει ισότιμη πρόσβαση και ανάπτυξη για όλα τα νησιά, µε στόχο τη διασφάλιση ενός συστηματικού διαλόγου µεταξύ πολιτείας και κλάδου για ισχυρή στρατηγική σύμπραξη. Δεύτερον, στην ενίσχυση του ρόλου του κράτους όχι µόνο ως ρυθμιστή αλλά ως στρατηγικό έτερο της ακτοπλοΐας, διασφαλίζοντας µακροπρόθεσµό σχεδιασμό και συνέπεια στην εφαρμογή πολιτικών.

Ο ελληνικός στόλος γερνά. Είναι εφικτό ένα εκτεταµένο πρόγραµµα ανανέωσης µέσα σε 10 χρόνια;

Η ανανέωση του ελληνικού ακτοπλοϊκού στόλου αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για τη βιωσιμότητα του κλάδου, τη περιβαλλοντική συµµόρφωση και την αναβάθμιση των παρεχόμενων υπηρεσιών. Πρόκειται όµως για ένα εξαιρετικά δύσκολο και πολυπαραγοντικό εγχείρηµα, µε βασικό αγκάθι τη χρηματοδότηση.

Σήµερα, ο µέσος όρος ηλικίας των πλοίων που εξυπηρετούν τις εσωτερικές γραµµές είναι τα 30 έτη και µόλις το 17% των πλοίων είναι κάτω των 20 ετών. Αυτό δηµιουργεί ζητήµατα κόστους συντήρησης και συµµόρφωσης µε τους περιβαλλοντικούς κανονισµούς της Ε.Ε., οι οποίοι θα γίνουν ακόµα πιο πιεστικοί από το 2030 και µετά.

Βρίσκεται ήδη σε εξέλιξη διάλογος µεταξύ του Υπουργείου Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής και άλλων συναρµόδιων Υπουργείων, των ακτοπλοϊκών εταιρειών και των τραπεζικών/χρηµατοδοτικών φορέων, ώστε να διαµορφωθεί ένα κοινό πλαίσιο στήριξης για την ανανέωση του ακτοπλοϊκού στόλου και παράλληλα έχουν κατατεθεί προτάσεις, µε στόχο την επιδότηση ναυπήγησης πλοίων µε “πράσινη” τεχνολογία ή ενίσχυσης µέσω ειδικών προγραµµάτων που θα ενισχύσουν τη µετάβαση σε φιλικότερα προς το περιβάλλον υφιστάµενων πλοίων.

«Οραματίζομαι μια ελληνική ακτοπλοΐα που δεν μεταφέρει μόνο ανθρώπους και εμπορεύματα, αλλά ενώνει κοινότητες και νησιά, σέβεται τον ναυτικό, προστατεύει τις θάλασσες και στηρίζει τις τοπικές κοινωνίες»

Ποιο µοντέλο νέων πλοίων θεωρείτε ρεαλιστικό για την Ελλάδα; LNG, methanol, retrofit, ηλεκτρικά short routes;

Η επιλογή των νέων καύσιµών και τύπων πλοίων εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, όπως το µέγεθος των πλοίων, την απόσταση των δροµολογίων, τη διαθεσιµότητα υποδοµών και ανεφοδιασµού. Σήµερα εξετάζονται νέες τεχνολογίες καύσιµων, υβριδικά και πλήρως ηλεκτρικά συστήµατα και η κάθε λύση έχει διαφορετικά πλεονεκτήµατα και περιορισµούς, σχετικά µε το κόστος, την αυτονοµία, την απαιτούµενη τεχνολογία και τις δυνατότητες υποδοµών. Ωστόσο, προκειµένου οι ακτοπλοϊκές επιχειρήσεις να λάβουν αποφάσεις µακροπρόθεσµης στρατηγικής επενδύσεων θα πρέπει να γνωρίζουν τις διαθέσιµες επιλογές της απανθρακοποίησης, εστιάζοντας στη µειωµένη κατανάλωση ενέργειας, στην ευελιξία διάθεσης των εναλλακτικών καυσίµων και την καλύτερη ενεργειακή απόδοση. Η περίοδος της παραγωγής διαφορετικών τύπων ή εναλλακτικών καυσίµων ουδέτερων από άνθρακα ενδέχεται να συνοδεύεται από αβεβαιότητα στην προσφορά και, ως εκ τούτου, πιθανόν και σε διακυµάνσεις των τιµών διάθεσης.

Η ελληνική ακτοπλοΐα φαίνεται να κινείται σε µια πορεία σταδιακής υιοθέτησης νέων πλοιων-καυσιµων, χωρίς ακόµα να είµαστε σε θέση να υιοθετήσουµε την επικράτηση µιας µόνο λύσης ως ρεαλιστική.

Το επενδυτικό κόστος είναι τεράστιο. Πώς µπορεί να χρηµατοδοτηθεί; Υπάρχει ευρωπαϊκό παράθυρο;

Αν και έχουν αρχίσει να διατίθενται ευρωπαϊκά επενδυτικά και χρηµατοδοτικά προγράµµατα για τη προσαρµογή της ακτοπλοΐας στους νέους ευρωπαϊκούς κανονισµούς της, ακόµα δεν έχει ανοίξει κάποιος κύκλος χρηµατοδότησης. Οι επενδύσεις της επιβατηγού ναυτιλίας στοχεύουν στη βελτίωση της ενεργειακής απόδοσης και στη µείωση του αποτυπώµατος εκποµπών ρύπων κυρίως µε έργα ναυπήγησης νέων πλοίων µηδενικών ή χαµηλότερων εκποµπών ή µέσω του εκσυγχρονισµού υφισταµένων πλοίων µε µηχανές χρήσης διπλού εναλλακτικού καυσίµου. Ωστόσο, χρειάζεται ένας ρεαλιστικός συνδυασµός µέτρων στήριξης, τα οποία να µην θέτουν σε κίνδυνο την νησιωτικότητα και τη βιωσιµότητα των ακτοπλοϊκών εταιρειών, όπως χρήση των εσόδων από το Σύστηµα Εµπορίας Δικαιωµάτων Εκποµπών, συγχρηµατοδότηση των επενδύσεων σε λιµενικές υποδοµές, κάλυψη του κόστους που προκαλείται από την εποχικότητα και άµεσες αποζηµιώσεις των υποχρεωτικών κοινωνικών εκπτώσεων. Χρειάζεται, εποµένως µια σύνθετη πολιτική, η επιτυχία της εξαρτάται από τη συνεργασία όλων των εµπλεκοµένων της πολιτείας των εταιρειών και χρηµατοδοτικών φορέων. Τα πρώτα βήµατα έχουν γίνει, ωστόσο απαιτείται ξεκάθαρο χρηµατοδοτικό εργαλείο και πολιτική βούληση για να αποκτήσει το εγχείρηµα ουσιαστικό βάθος και προοπτική.

«Το ταξίδι με πλοίο το 2035 θα είναι μια εμπειρία πιο άνετη και έξυπνη για τους επιβάτες.
Τα πλοία θα χρησιμοποιούν πράσινα καύσιμα και νέες τεχνολογίες μειώνοντας τις εκπομπές ρύπων»

Πιστεύετε ότι η Ελλάδα µπορεί να αποκτήσει πάλι κοµµάτι της ναυπήγησης;

Η πραγµατικότητα των τελευταίων ετών δείχνει ότι η ελληνική βιοµηχανία επιστρέφει δυναµικά στον χάρτη της ναυπηγικής βιοµηχανίας και διεκδικεί µε νέους όρους τον ρόλο της στη θαλάσσια επιβατική µεταφορά της Ευρώπης. Η ανάπτυξη των ελληνικών ναυπηγείων προχωρά σταθερά και ήδη ελληνικές εταιρείες συνεργάζονται για µετασκευές και αναβαθµίσεις πλοίων. Αυτό αποδεικνύει ότι υπάρχει εµπιστοσύνη στη τεχνογνωσία που διαθέτουµε και δηµιουργεί προοπτικές για περεταίρω ανάπτυξη του κλάδου στην χώρα µας. Πιστεύω, ότι η Ελλάδα µπορεί να διεκδικήσει ένα ουσιαστικό µερίδιο στην ναυπηγική δραστηριότητα, µε απαραίτητες όµως προϋποθέσεις την εφαρµογή ενός σταθερού θεσµικού πλαισίου, τη στρατηγική συνεργασία κράτους-βιοµηχανίας και την προώθηση επενδύσεων σε υποδοµές και ανθρώπινο δυναµικό.

Τι ζητά ο σηµερινός επιβάτης που δεν ζητούσε πριν 10 χρόνια;

Ο σηµερινός επιβάτης είναι πιο απαιτητικός, πιο ανυπόµονος, πιο συνδεδεµένος. Πράγµατα τα οποία το 2015 ήταν ‘καλό να υπάρχουν΄, σήµερα είναι βασικές αυτονόητες ανάγκες. Ο επιβάτης που σήµερα ζει στην εποχή της άµεσης πληροφόρησης, δίνει µεγαλύτερη έµφαση στην ενηµέρωση, τη συνέπεια, την ευελιξία και την άνεση του ταξιδίου. Η σύγχρονη εµπειρία ταξιδιού δηµιουργείται από εκατοντάδες µικρές λεπτοµέρειες. Αυτές οι λεπτοµέρειες που πριν 10 χρόνια κανείς δεν πρόσεχε, τώρα δηµιουργούν ή καταστρέφουν εµπειρίες.

Τι πρέπει να κάνει η ακτοπλοΐα για να αποφύγει τον “κορεσµό εµπειρίας” που βλέπουµε σε άλλους κλάδους του τουρισµού;

Η ακτοπλοΐα θα πρέπει να αποφύγει την στασιµότητα που οδηγεί σε κορεσµό, επενδύοντας στη διαφοροποίηση, στη τεχνογνωσία, στη συνεχή αναβάθµιση της ταξιδιωτικής εµπειρίας καθώς και στην προώθηση της κουλτούρας της καινοτοµίας. Αυτό σηµαίνει αξιοπιστία στα δροµολόγια, ψηφιακές υπηρεσίες που διευκολύνουν τον επιβάτη, αναβάθµιση της άνεσης και της εξυπηρέτησης, αλλά και ενσωµάτωση της περιβαλλοντικής διάστασης, ώστε ο ταξιδιώτης να αισθάνεται ότι συµµετέχει σε µια πιο βιώσιµη µετακίνηση. Με σταθερά βήµατα βελτίωσης, η ακτοπλοΐα µπορεί να κρατήσει το ταξίδι µε πλοίο ελκυστικό και ξεχωριστό, διασφαλίζοντας την ποιότητα υπηρεσιών που απαιτεί πλέον ο σύγχρονος επιβάτης.

Πώς θα είναι το ταξίδι µε πλοίο το 2035;

Το ταξίδι µε πλοίο το 2035 θα είναι µια εµπειρία πιο άνετη και έξυπνη για τους επιβάτες. Τα πλοία θα χρησιµοποιούν πράσινα καύσιµα και νέες τεχνολογίες µειώνοντας τις εκποµπές ρύπων. Η εµπειρία του επιβάτη θα είναι περισσότερο ψηφιακή, προσφέροντας προσωποποιηµένη εξυπηρέτηση, αυτοµατοποιηµένες διαδικασίες και εξατοµικευµένες υπηρεσίες. Με λίγα λόγια, το 2035 το πλοίο θα µεταµορφωθεί από απλό µέσο µεταφοράς σε ολοκληρωµένη εµπειρία ταξιδιού, που θα συνδυάζει βιωσιµότητα, άνεση και απόλαυση.

Έχετε εµπειρία δεκαετιών στον χώρο. Τι σας κρατά ακόµη µε πάθος σε έναν τόσο απαιτητικό κλάδο;

Παρά τις δυσκολίες και τις κρίσεις, αυτό που µε κρατάει αφοσιωµένο στον χώρο της ακτοπλοΐας είναι ότι κάθε ταξίδι δεν είναι απλώς µια µεταφορά, αλλά ένας κρίκος που κρατά την Ελλάδα ενωµένη. Κάθε δροµολόγιο είναι µια υπόσχεση συνέχειας για τη χώρα, είναι ο πάππους που πρέπει να πάει στο γιατρό, είναι ο τουρίστας που ζει την πρώτη εικόνα της χώρας, είναι ο ναυτικός που στηρίζει µια οικογένεια, είναι ένα νησί που ανασαίνει γιατί το πλοίο έφτασε. Κάθε φορά που το πλοίο δένει στο λιµάνι αντιλαµβανόµαστε ότι η ακτοπλοΐα δεν είναι απλώς ένας κλάδος απασχόλησης, αλλά είναι ένας θεµέλιος πυλώνας της χώρας µας που ενώνει τόπους, ανθρώπους και ιστορίες.

Αν σας ζητούσαν να περιγράψετε µε µία πρόταση το “όραµα” σας για την ελληνική ακτοπλοΐα της επόµενης δεκαετίας, ποια θα ήταν;

Οραµατίζοµαι µια ελληνική Ακτοπλοΐα που δεν µεταφέρει µόνο ανθρώπους και εµπορεύµατα, αλλά ενώνει κοινότητες και νησιά, σέβεται τον ναυτικό, προστατεύει τις θάλασσες και στηρίζει τις τοπικές κοινωνίες. Αυτή είναι η Ελλάδα του αύριο και το ταξίδι ξεκινάει σήµερα.

Ο Διονύσης Θεοδωράτος δεν βλέπει την ακτοπλοΐα ως έναν ακόµη κλάδο µεταφορών. Τη βλέπει ως εθνική υποδοµή που πρέπει να προστατευτεί, να εξελιχθεί και να χρηµατοδοτηθεί µε τρόπο που να διασφαλίζει το αυτονόητο: ότι τα νησιά θα συνεχίσουν να αναπνέουν. Στη συζήτηση µαζί του, αντιλαµβάνεται κανείς ότι η επόµενη δεκαετία θα καθορίσει αν η Ελλάδα θα παραµείνει πρωταγωνίστρια στη Μεσόγειο ή θα βρεθεί πίσω από τις εξελίξεις.
Και για τον ίδιο, η απάντηση είναι σαφής: η ακτοπλοΐα χρειάζεται στρατηγική, σχέδιο και γενναίες αποφάσεις — τώρα.