Την ώρα που η ακτοπλοϊκή αγορά διατηρεί την προσοχή της στραμμένη στην έκτακτη γενική συνέλευση της Hellenic Seaways της 16ης Μαΐου παρακολουθώντας την διελκυστίνδα των δύο βασικών της μετόχων, τα επιτελεία όλων των εταιρειών του κλάδου έχουν ξεκινήσει τη σκληρή μάχη με την πραγματικότητα.
Κατά τη φετινή σεζόν, στην καλύτερη περίπτωση, ενώ αναμένεται να διατηρηθούν στα ίδια με τα περυσινά επίπεδα η επιβατική κίνηση και η κίνηση των φορτηγών, το κόστος των καυσίμων είναι σημαντικά αυξημένο. Ακόμα και μετά την ανακοπή της ανοδικής πορείας των διεθνών τιμών του αργού, η πετρέλευση των ακτοπλοϊκών εμφανίζεται μέχρι στιγμής φέτος κατά 40% περίπου δαπανηρότερη από το αντίστοιχο διάστημα της περυσινής χρήσης. Επειδή η λειτουργική κερδοφορία των ομίλων δεν είναι σε όλες τις περιπτώσεις επαρκώς εύρωστη για να αντέξει σε παρατεταμένη άνοδο των καυσίμων, διατυπώνονται ανησυχίες για τις φετινές επιδόσεις.
«Πολλοί θα γυρίσουν σε ζημίες, ειδικά όσοι έχουν ενεργοβόρα πλοία και μη αποδοτικά σε πληρότητες δρομολόγια» εξηγεί βετεράνος ακτοπλόος, προσθέτοντας ότι μετά το καλοκαίρι, οπότε και οι ταμειακές ροές σταματούν να είναι αυξημένες, ενδέχεται να επανεμφανιστούν προβλήματα ρευστότητας . «Οι αριθμοδείκτες των τεσσάρων μεγάλων του κλάδου δεν επιτρέπουν ιδιαίτερη αισιοδοξία». Ούτε ο ανταγωνισμός, προσθέτουν άλλοι. Ανταγωνισμός τόσο μεταξύ των εταιρειών, που οδηγεί σε ελκυστικότερες τιμές για τους επιβάτες (μέσω προσφορών και εκπτώσεων αλλά και μειωμένα περιθώρια κέρδους), όσο και μεταξύ ακτοπλοΐας και αεροπορικών εταιρειών. Η αύξηση του αριθμού των εσωτερικών δρομολογίων, που πραγματοποιούν αεροπορικές χαμηλού κόστους, έχει ήδη τοποθετήσει τα δύο μεταφορικά μέσα σε αντιπαράταξη. Πόσο μάλλον που η αναβάθμιση των υπηρεσιών, που εκτιμάται πως νομοτελειακά θα φέρει η ιδιωτικοποίηση των 14 περιφερειακών αεροδρομίων, ενδέχεται να κάνει ακόμα ελκυστικότερες και περισσότερες τις αερομεταφορές, εξηγούν παράγοντες της αγοράς.
Είναι σε αυτό το περιβάλλον που πολλοί εκτιμούν πως ενδέχεται να μειωθεί η ελκυστικότητα των ελληνικών ακτοπλοϊκών στα μάτια των δυνητικών επενδυτών. Κάτι που μπορεί να εκτροχιάσει τα σχέδια για αναδιάρθρωση του κλάδου μέσω συγχωνεύσεων και εξαγορών αλλά και τα πλάνα των τραπεζών για αποεπένδυση από τον κλάδο και απομόχλευση των δανειακών τους χαρτοφυλακίων.
Επί του προκειμένου αξίζει να σημειωθεί πως η Τράπεζα Πειραιώς εκτός από το 40,5% της Hellenic Seaways, που έχει βγάλει προς πώληση σε διαγωνισμό χωρίς, μέχρι τώρα τουλάχιστον, αποτέλεσμα, έχει έμμεσα σημαντική επιρροή και στην Attica Group, η οποία είναι θυγατρική της MIG (89,38%) όπου η τράπεζα κατέχει ποσοστό 31,2% του μετοχικού της κεφαλαίου. Επιπλέον είναι εκ των βασικών μετόχων της ΑΝΕΚ, στην οποία κατέχει άμεσα το 24,17% των μετοχών, ενώ αποτελεί και κυρίαρχο πιστωτή της. Επίσης, έχει σημαντικό δανειακό χαρτοφυλάκιο με πιστώσεις προς άλλες μεγάλες αλλά και μικρότερες ακτοπλοϊκές.
Την ίδια ώρα ο ιταλικός όμιλος Γκριμάλντι, που κατέχει το 95% των Μινωικών Γραμμών και μέσω αυτών το 48,53% της Hellenic Seaways, έχει καταθέσει πρόταση για την εξαγορά του 40,5% της Πειραιώς στην Hellenic Seaways και δηλώνει παράλληλα πως θα προχωρήσει σε νέες ναυπηγήσεις για τις Μινωικές με στόχο την ανάπτυξή τους στις βασικές αγορές των ανταγωνιστών της.
Τραπεζικοί κύκλοι, πάντως, χαρακτηρίζουν μη ικανοποιητική την πρόταση που κατέθεσε ο ιταλικός όμιλος για το ποσοστό της Πειραιώς. Ομως η τράπεζα περιμένει ακόμα τις σχετικές αποφάσεις της νέας διοίκησης και δεν έχει ακόμα ζητήσει βελτιωμένες προσφορές, ούτε είναι σίγουρο ότι θα το πράξει. Ομως με τους δείκτες στα θεμελιώδη μεγέθη της ακτοπλοΐας να επιδεινώνονται εκ νέου, είναι άγνωστο πόσο υψηλότερες προσφορές μπορεί να γίνουν.
Το 40% των δαπανών για πετρέλαιο
Οπως εξηγούν παράγοντες της ελληνικής ακτοπλοϊκής βιομηχανίας, κάθε 10% αύξηση των τιμών των καυσίμων επιβαρύνει 3% – 4% περίπου τα έξοδα. Με δεδομένο πως το ποσοστό των δαπανών για καύσιμα που θεωρείται βιώσιμο τοποθετείται στα 30% περίπου των συνολικών δαπανών και ότι το 2016 έκλεισε με τις δαπάνες αυτές κοντά στο 35% – 40%, καθίσταται αντιληπτό το οριακό σημείο στο οποίο έχει περιέλθει εκ νέου αυτή η εξίσωση.Τρία χρόνια πριν, όταν οι διεθνείς τιμές του πετρελαίου βρίσκονταν άνω των 120 δολαρίων το βαρέλι, τα καύσιμα είχαν φτάσει να αντιστοιχούν σε ποσοστό της τάξης του 55% και οι ισολογισμοί των ακτοπλοϊκών είχαν βυθιστεί σε λειτουργικές ζημίες. Η πτώση της τιμής του πετρελαίου από τα μέσα του 2014 και μετά είναι ο κύριος λόγος των θετικών οικονομικών αποτελεσμάτων που παρουσίασαν τα τελευταία έτη οι ακτοπλοϊκές.
ΗΛΙΑΣ ΜΠΕΛΛΟΣ
kathimerini.gr