Προάγγελος δικαστικών προσφυγών είναι η πρόσφατη απόφαση του δημοτικού συμβουλίου Σαλαμίνας κατά της υποθαλάσσιας ζεύξης του νησιού με το Πέραμα. Ο δήμος εκφράζει την έντονη αντίρρησή του για πλήθος ζητημάτων, τεχνικών και κοινωνικών, ενώ ζητάει να μην προχωρήσει το έργο προτού ολοκληρωθεί ο πολεοδομικός σχεδιασμός του νησιού και η κατασκευή βασικών έργων υποδομής. Από την πλευρά του υπουργείου Υποδομών η αντίδραση θεωρείται αναμενόμενη και εκτιμάται ότι συνδέεται με την επιρροή που ασκούν στο νησί οι εταιρείες που διαχειρίζονται σήμερα την πορθμιακή γραμμή.
Η μελέτη περιβαλλοντικών επιπτώσεων για την υποθαλάσσια ζεύξη της Σαλαμίνας είχε δοθεί σε δημόσια διαβούλευση, η οποία έληξε πριν από λίγες ημέρες. Στο πλαίσιο αυτής το δημοτικό συμβούλιο του νησιού γνωμοδότησε στα τέλη Αυγούστου, εκφράζοντας ομόφωνα πλήθος αντιρρήσεων στο κυοφορούμενο έργο. Πιο συγκεκριμένα, ο δήμος ζητάει:
– Να αναβληθεί η έγκριση της μελέτης (δηλαδή η περιβαλλοντική αδειοδότηση του έργου) μέχρι να ολοκληρωθεί η μελέτη για τις αναγκαίες υποδομές και να ενταχθούν τα απαραίτητα έργα σε περιφερειακό, εθνικό ή άλλο ευρωπαϊκό αναπτυξιακό πρόγραμμα. Περαιτέρω, να προχωρήσει ο πολεοδομικός/κυκλοφοριακός ανασχεδιασμός του νησιού, προκειμένου να προληφθεί η παρόδια οικιστική επέκταση πριν αρχίσει το έργο.
– Ο δήμος να εισπράττει ανταποδοτικά τέλη από τη λειτουργία της ενδεχόμενης ζεύξης έναντι αυτών που μέχρι τώρα εισέπραττε το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Σαλαμίνας από τη διέλευση των φεριμπότ (περίπου 350.000 ευρώ ετησίως).
Το δημοτικό συμβούλιο αναφέρεται και σε ένα τεχνικής φύσεως ζήτημα, που συνδέεται με την ασφάλεια της σήραγγας. Συγκεκριμένα καταλήγει ότι η προστασία της σήραγγας στον βυθό με στρώμα λίθων ενός μέτρου δεν επαρκεί, καθώς το στενό διέρχονται πλοία μεγαλύτερα από αυτά στα οποία η προστατευτική αυτή στρώση αντιστοιχεί (σε περίπτωση ατυχήματος, άγκυρας κ.λπ.).
«Δεν είμαστε αρνητικοί απέναντι στο έργο, αλλά ανησυχούμε για τον τρόπο που δρομολογείται», λέει στην «Κ» ο δήμαρχος Σαλαμίνας, Γιώργος Παναγόπουλος. «Η απευθείας οδική σύνδεση θα αλλάξει τη ζωή μας με πολλούς τρόπους, λ.χ. θα απαλείψει το μόνιμο άγχος μας για την έγκαιρη πρόσβαση σε νοσοκομείο. Ομως ταυτόχρονα με την οδική σύνδεση του νησιού θα αυξηθεί και ο μόνινος πληθυσμός του, καθώς θα μετατραπούμε σε προάστιο του Πειραιά. Σήμερα έχουμε ένα ανεπαρκές οδικό και αποχετευτικό δίκτυο, έχουμε τα δύο λύκεια του νησιού σε προκάτ αίθουσες και άλλα πολλά. Η βελτίωση τέτοιων βασικών υποδομών πρέπει να προηγηθεί της εκτέλεσης του έργου, ειδάλλως θα υφιστάμεθα για χρόνια τις συνέπειες».
Ο κ. Παναγόπουλος απορρίπτει το επιχείρημα ότι η στάση του δήμου οφείλεται στην επιρροή που ασκούν οι εταιρείες των φεριμπότ ή οι εργαζόμενοι σε αυτές. «Δεν είμαστε κατά του έργου. Δεν παραγνωρίζουμε όμως ότι για το νησί μας η απόλυση τόσο μεγάλου αριθμού ανθρώπων θα δημιουργήσει κοινωνικό ζήτημα», αναφέρει.
Από πλευράς υπουργείου Υποδομών η αντίδραση του δήμου θεωρείται αναμενόμενη και εκπορευόμενη από τον χώρο των φεριμπότ, που η οδική σύνδεση θα πλήξει. «Είναι λογικό να υπάρχουν αντιδράσεις, όταν μιλάμε για τη δεύτερη πιο προσοδοφόρα πορθμειακή σύνδεση στην Ευρώπη», αναφέρει υψηλόβαθμο στέλεχος του υπουργείου. «Οσον αφορά τα εξειδικευμένα τεχνικά ζητήματα που έθεσε ο δήμος, προφανώς και θα ληφθούν υπόψη, ενώ θα γίνουν και δοκιμές, όπως είχε γίνει και στην υποθαλάσσια ζεύξη του Ακτίου».